Η Κυβέρνηση εν αποδρομή με το Σχέδιο Νόμου «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα» γκρεμίζει την θρησκευτική και κοινωνική ειρήνη και αφρόνως «εξοπλίζει» φονταμενταλιστές για θρησκευτική αυτοδικία και διάλυση της κοινωνικής συνθήκης.
Η Κυβέρνηση που διά στόματος του κ. Πρωθυπουργού ομολόγησε ότι έχει απωλέσει την ουσιαστική πολιτική νομιμοποποίηση κατόπιν της προδήλου ήττα της στις Ευρωβουλευτικές εκλογές, που επιβεβαιώθηκε με τις Περιφερειακές και Δημοτικές εκλογές σε όλη την Χώρα, περιφρονούσα την φωνή της συνέσεως και την αποδεδειγμένη, εν τοις πράγμασι, σοφία του νομικού μας πολιτισμού και ασφαλώς την Αγία μας Εκκλησία εκφρασθείσα διά της Ιεράς Συνόδου Αυτής, εγκληματεί εκ προθέσεως, ικανοποιούσα τις αδόκιμες και ανερμάτιστες ιδεοληψίες και εμμονές της, καταργούσα από το Δεύτερο βιβλίο και το 7ο κεφάλαιο του Ποινικού Κώδικα, που επιγράφεται «Επιβολή της θρησκευτικής ειρήνης», τα άρθρα 198, 199 και 201 που αφορούν στην κακόβουλη βλασφημία, στην καθύβριση θρησκευμάτων και στην περιύβριση νεκρών διατηρούσα την διάταξη του άρθρου 200 για την διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων.
Ο τ. Υπουργός κ. Ν. Παρασκευόπουλος είχε προϊδεάσει ισχυριζόμενος ότι: «Κατά το Ποινικό Δίκαιο η ποινή προϋποθέτει την τέλεσι πράξης. Ο προσδιορισμός της τελευταίας χωρεί με στάθμιση των εμπειρικών αποδείξιμων αποτελεσμάτων της.
Ωστόσο, στην περίπτωση της βλασφημίας λείπει οποιαδήποτε αποδείξιμη ενώπιον δικαστηρίου βλαπτική συνέπεια της πράξης. Επομένως, η έννοια του εγκλήματος δεν διακρίνεται». Η σκέψις αυτή είναι η πλήρης διαστρέβλωση της νομικής πραγματικότητος.
Η κατάργηση των άρθρων 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα που αφορούν στην κακόβουλη βλασφημία των θείων πάσης γνωστής κατά το Σύνταγμα, θρησκείας, δηλ. εκείνης που δεν έχει κρύφια δόγματα και της οποίας η λατρεία δεν αντίκειται στην δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 του ισχύοντος Συντάγματος, υπό τον τίτλον του Ποινικού Νόμου «Επιβολή θρησκευτικής Ειρήνης», προσβάλλει και θέτει σε άμεση διακινδύνευση το έννομο αγαθό που προσδιορίζεται υπό του τίτλου «Επιβολή θρησκευτικής ειρήνης» δηλ. την κοινωνική συνοχή και την ειρηνική συμβίωση διαφορετικών θρησκευτικών παραδοχών και ενοτήτων, σε συνθήκες μάλιστα ακρίτου μεταναστεύσεως και συγκροτήσεως πολυπολιτισμικών συνθηκών.
Ο ποινικός μας νομοθέτης μέχρι σήμερα δεν τιμωρεί την άρνηση ή την κριτική του θρησκευτικού γεγονότος, αλλά την δημοσία κακόβουλη βλασφημία, την δολία δημοσία γενομένη καθύβριση του θείου, που στοχεύει όχι στην κριτική άρνηση ή θεώρηση, αλλά στην χυδαία απομείωση του θρησκευτικού γεγονότος που αναποδράστως προκαλεί την οργή και τον βαθύτατο παραπικρασμό των πιστευόντων στην υβριζομένη θρησκευτική παραδοχή, διότι η θρησκεία ή η αθεία εκάστου συνιστά αναποδράστως το οντολογικό του θεμέλιο, υπό του οποίου διαπλάσσεται ο ψυχισμός του και η πράξη του βίου του.
Όπως ευχερώς αντιλαμβάνεσθε, η αιτιολογική βάση των συγκεκριμένων ποινικών διατάξεων και η στόχευση του ποινικού νομοθέτου ορίζεται μέχρι σήμερα από το νομικό προσδιορισμό των άρθρων «επιβολή Θρησκευτικής Ειρήνης» και είναι η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής μέσα στο κοινωνικό σύνολο και η προστασία αυτής της κοινωνικής συνοχής από την διάρρηξη που θα προκαλέσει αναπότρεπτα η δολία δημοσία εξύβριση του θρησκεύματος κάποιων συμπολιτών που αναγνωρίζεται στη Χώρα.
Συνεπώς με τις προβλέψεις του ποινικού μας νομοθέτου δεν προστατεύεται ο Θεός, ο οποίος δεν δείται ασφαλώς ποινικής προστασίας και εισαγγελικής παρεμβάσεως, αλλά το έννομο αγαθό της κοινωνικής συνοχής και η δημοκρατική ευστάθεια της Χώρας, διότι το πρόσωπο του κάθε συναθρώπου μας που θρησκεύεται ταυτίζεται και συγκροτείται πνευματικά με την θρησκευτική του παραδοχή και κατά ταύτα η κακόβουλος βλασφημία του θείου που λατρεύει ως οντολογικό του θεμέλιο όπως προανέφερα, προσβάλλει το ίδιο το πρόσωπο και προκαλεί εύλογα το θυμικό του συναίσθημα με απροβλέπτους συνεπείας διά το κοινωνικόν σύνολον.
Η βλαπτική επομένως συνέπεια της βλασφημίας και της καθυβρίσεως είναι σαφώς αποδείξιμη εκ των συνεπειών και αποτελεσμάτων της ενώπιον της Δικαιοσύνης, είναι ad hoc η διακινδύνευση της διατηρήσεως της θρησκευτικής ειρήνης και της κοινωνικής συνοχής και η αποτροπή της κακουργηματικής θρησκευτικής αυτοδικίας.
Με την αποποινικοποίηση της κακόβουλης βλασφημίας και της καθυβρίσεως των θρησκευμάτων οδηγούμεθα αναποδράστως στην κακουργηματική θρησκευτική αυτοδικία διότι δεν θα υφίσταται πλέον έννομος τρόπος αντιδράσεως και ικανοποιήσεως του πλησσομένου θρησκευτικού συναισθήματος, που δολίως και χυδαίως θα καθυβρίζεται και θα απομειώνεται, με πρόδηλο αποτέλεσμα την βαρυτάτη προσβολή του θρησκευομένου προσώπου που όπως ανέφερα συγκροτείται και νοηματοδοτείται ηθικά, πνευματικά και οντολογικά από την θρησκευτική του παραδοχή και κατά ταύτα αποφορτίσεως του θυμικού.
Τα πολύ ουσιώδη αυτά ενδεχομένως να μην έχουν τύχει αναλόγου μελέτης και προσεγγίσεως από διαφόρους Διεθνείς Οργανισμούς, όπως η Διεθνής Αμνηστία και άλλοι που εσφαλμένα εκλαμβάνουν τις ανωτέρω ποινικές διατάξεις ως δήθεν «καταδίκη της ελεύθερης έκφρασης» διότι επαναλαμβάνω δεν τιμωρείται η έλλειψη σεβασμού προς τα θεία ή η άρνησι του θρησκευτικού γεγονότος ή η κριτική του δόγματος οιασδήτινος θρησκευτικής παραδοχής, αλλά η δημοσία κακόβουλος βλασφημία, η οποία καιρίως πλήττει τον θρησκευόμενον άνθρωπον.
Άλλωστε είναι εντελώς αντιφατικό η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ να θεωρεί ότι πρέπει να ποινικοποιείται η περίπτωσι «εθνικού, θρησκευτικού ή φυλετικού μίσους που αποτελεί υποκίνησι διακρίσεων, εχθρότητας ή βίας» (άρθρο 20 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου) και την ίδια στιγμή να προτείνεται η αποποινικοποίηση του γενεσιουργού αιτίου που είναι η κακόβουλος βλασφημία, για την πρόκλησι και υποκίνησι θρησκευτικού μίσους.
Απαράδεκτη νομικώς και ηθικώς είναι και η κατάργηση του άρθρου 201 για την περιύβριση νεκρών διότι οδηγεί και αυτή τους οικείους του περιύβρισθέντος σε αναπόδραστη αυτοδικία, εφ’ όσον δεν θα υφίσταται πλέον έννομος αποτροπή και προστασία της μνήμης του νεκρού των.
Στην τυχόν ένσταση, ότι τα άρθρα 198 και 199 δεν τυγχάνουν δήθεν πρακτικής εφαρμογής, η απάντηση είναι, ότι ο ποινικός νόμος δρα όχι μόνο κατασταλτικώς, αλλά και προληπτικώς και αποτελεί εχέγγυο εννόμου προστασίας και καταφυγής των πλησσομένων, από αδίκους πράξεις, πολιτών αποφορτίζων το συναίσθημα αυτών.
Κατόπιν τούτων πρόδηλον τυγχάνει, ότι όλοι όσοι συμπράξουν στην κατάργηση των ανωτέρω διατάξεων από τον κάθε Βουλευτή έως τον Εξοχώτατο κ. Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στιγματίζονται από τώρα ως ηθικοί αυτουργοί της κακουργηματικής θρησκευτικής αυτοδικίας, γεγονός που ειλικρινώς απεύχομαι και εκ προοιμίου εντόνως καταδικάζω, στην οποία αναποδράστως θα οδηγηθούν τα πράγματα, διότι θα συντριβεί η θρησκευτική ειρήνη της Χώρας και θα οδηγηθούμε στο τραγικό έγκλημα αποσαρθρώσεως της κοινωνικής συνοχής.
Η κατάργηση των συγκεκριμένων άρθρων με την συγκεκριμένη νομική causa, αποδεικνύει την μανία κατεδαφίσεως του νομικού μας πολιτισμού από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και επιβεβαιώνει την άποψη ότι συνδέεται αρρήκτως με φθοροποιά στοιχεία που επιδιώκουν την κοινωνική αποσάθρωση και την διάλυση του κοινωνικού ιστού.
Ποιούμαι έκκληση στους εχέφρονας από την Κυβερνητική πλειοψηφία, να αρθούν στο ύψος της ευθύνης τους και έστω την ύστατη στιγμή να καταψηφίσουν τον Σχέδιο Νόμου με τίτλο «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα» άλλως ελπίζω ότι η επομένη Βουλή θα θεραπεύση το προφανές έγκλημα.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Tην απόσυρση του νομοσχεδίου για τον νέο Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ζητά η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας επισημαίνοντας το ενδεχόμενο μέσω συγκρεκριμένων διατάξεων παραγραφής αδικημάτων. Συγκεκριμένα η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, εξ αφορμής της κατάθεσης προς ψήφιση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο των νομοσχεδίων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αναφέρει σε ανακοίνωσή της ότι «εκπροσωπώντας το σύνολο των Εισαγγελέων της χώρας που έχουν δώσει όρκο τιμής για την πάταξη της εγκληματικότητας και της διαφθοράς, τη θωράκιση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ιδίως των αδυνάμων, θεωρεί χρέος της, σε συνέχεια προγενέστερων αναλυτικών δημοσίων τοποθετήσεών της, να γνωστοποιήσει στους εκπροσώπους του Κοινοβουλίου αλλά κυρίως στους Έλληνες πολίτες τα εξής:
«Η μετάπτωση υψηλής κοινωνικής απαξίας κακουργημάτων σε πλημμελήματα (π.χ. διακεκριμένες κλοπές κατ’ επάγγελμα τελούμενες από συμμορίες, διακεκριμένες απάτες ή πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα με αντικείμενο της περιουσιακής βλάβης από 30.000-120.000 ευρώ) αλλά και η περαιτέρω μείωση των ορίων ποινών με ταυτόχρονη χαλάρωση των προϋποθέσεων υφ’ όρον απόλυσης, θα επιφέρει παραγραφές και μαζικές αποφυλακίσεις σε πληθώρα υποθέσεων, με τον κίνδυνο διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας αλλά και καλλιέργειας ευλόγου αισθήματος ατιμωρησίας στα θύματα εγκληματικών πράξεων.
Εξάλλου, η περιστολή της έννοιας του υπαλλήλου στο άρθρο 263Α ΠΚ σε συνδυασμό με την κατάργηση του Ν.1608/50 και την υποβάθμιση σε πλημμέλημα της ενεργητικής δωροδοκίας θα οδηγήσουν σε παραγραφή εκκρεμείς υποθέσεις διαφθοράς μείζονος δημοσίου ενδιαφέροντος και θα κλονίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στο ότι οι εκάστοτε διαβεβαιώσεις προθέσεων για την πάταξη της διαφθοράς ή διαπλοκής είναι ειλικρινείς.
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος έλαβε μέρος στη διαδικασία διαβούλευσης των κωδίκων κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου, όμως οι βελτιωτικές προτάσεις της δεν εισακούστηκαν. Η υπηρεσιακή μας συνείδηση μας επιτάσσει, να απευθύνουμε ισχυρή παραίνεση προς κάθε αποδέκτη για την απόσυρση των εν λόγω νομοσχεδίων. Στην κρίση σας».
Μίνα Μουστάκα
Ο νέος Ποινικός Κώδικας κάνει τον βιασμό πλημμέλημα: Συγκέντρωση την Τετάρτη στη Βουλή
Συγκέντρωση στη Βουλή διοργανώνει στις 18:00 το απόγευμα της Τετάρτης η πρωτοβουλία «Χωρίς ΣυΝΑΙνεση είναι Βιασμός», εκφράζοντας την αντίθεση φεμινιστικών οργανώσεων στο άρθρο 336 του νέου Ποινικού Κώδικα που αφορά τον ορισμό του βιασμού.
Στο κάλεσμα στη κινητοποίηση η πρωτοβουλία αναφέρει ότι «το φεμινιστικό κίνημα διεκδίκησε τυποποίηση του βιασμού στη βάση της συναίνεσης και αντ’ αυτού πήρε πλημμεληματική ποινή!»
«Κάπως έτσι, η κυβέρνηση μας λέει κατάμουτρα ότι υπάρχουν ειδών και ειδών βιασμοί. Κάποιοι που έγιναν κάτω από το καθεστώς μεγάλης και σπουδαίας απειλής για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα, οι κακουργηματικοί, και άλλοι που τελέστηκαν υπό το καθεστώς «μικρής» απειλής (sic), οι πλημμεληματικοί! Εισάγεται, λοιπόν, μεταξύ της περίπτωσης 1 και 5 του νέου 336 ΠΚ, μια κλιμάκωση της απειλής. Κλιμάκωση η οποία συμπαρασύρει και την ποινική μεταχείριση του εγκλήματος. Η μεγάλη απειλή μας δίνει κακούργημα, η πιο μικρή πλημμέλημα.
Στην παράγραφο 1 έχουμε την απειλή που τυποποιείται ως «απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας», ενώ στην περίπτωση 5 «αυτή απειλή αφορά παράνομη πράξη».» Αναλυτικά, η πρωτοβουλία αναφέρει:
«Πρόκειται για διάταξη, ΕΚΤΡΩΜΑ, για τους εξής λόγους
Α. Kάνει τον ΒΙΑΣΜΟ ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑ
Β. H έννοια της παράνομης πράξης στενεύει τρομακτικά τη φύση της απειλής. Και αυτό γιατί όταν η διάταξη ζητά απειλή για πράξη παράνομη, πρακτικά ζητά πράξη η οποία έχει ποινική απαξία στον Π.Κ. Κατανοούμε εδώ, ότι υπάρχει μία πλειάδα πράξεων, η απειλή των οποίων μπορεί να προκαλέσει εξαναγκασμό, και να κάμψει την ελεύθερη βούληση του ατόμου και την συναίνεση του, όμως να μην κρίνεται παράνομη κατά τον ΠΚ.
Γ. Η έννοια του εξαναγκασμού. Αναρωτιόμαστε τι ελευθερία αφήνει στο δικαστή η εν λόγω διάταξη. Αυτός που θα είναι στην έδρα, λοιπόν, θα αξιολογεί αν η επίδικη απειλή, ήταν ΑΡΚΕΤΗ ώστε να προκαλέσει τον ΕΞΑΝΑΓΑΣΜΌ στο θύμα, να ανεχτεί ή να πράξει την συγκεκριμένη πράξη.
Με ποια πειστήρια ή μέσα, θα μπορεί ένα υποκείμενο που τελούσε σε καθεστώς τρόμου, υπό τον φόβο της απειλής που αυτό βίωνε, να γίνει πιστευτό, σε μια ακροματική διαδικασία, λέγοντας ότι αυτή η απειλή, ήταν ικανή για το ίδιο να το εξαναγκάσει σε πράξη χωρίς τη συναίνεση του.
Είναι πραγματικά, πρωτοφανές πως ο Νομοθέτης, κλιμακώνει το είδος της απειλής, και πως αυτή η απειλή συμπαρασύρει την απαξία του ίδιου πρακτικά εγκλήματος.
Με τη light εκδοχή της απειλής (μόνο οργή μας προκαλεί!) , κάποιος θα μπορεί να βιάζει αλλά θα κατηγορείται πρακτικά από αυτή τη νέα προνομιούχα περίπτωση βιασμού, αντιμέτωπος με μια μικρότερη ποινή (τουλάχιστον 3 έτη ), γιατί ναι μεν διέπραξε βιασμό, αλλά με άλλον τρόπο απειλής.
Κι εμείς φανταζόμαστε έναν άντρα που εξαναγκάζει σε πράξη πρώην του, με την απειλή διαρροής βίντεο ή εικόνων, να κρίνεται στο εξής ότι κάνει έναν μικρότερης απαξίας βιασμό, έναν βιασμό πιο λάιτ, ένα πλημμέλημα.
Απαιτούμε να παρθεί πίσω η τροποποίηση του άρθρου 336.
Διεκδικούμε να γίνει νόμος του κράτους η κυρωμένη από το ελληνικό κοινοβούλιο Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, και να οριστεί ο βιασμός στη βάση της απουσίας συναίνεσης.
Κι αφού η κυβέρνηση αποφάσισε ότι η τελευταία της πράξη θα είναι ένα δώρο στους κακοποιητές και τους βιαστές, και το ψηφίζει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος αυτή την Πέμπτη, με την ίδια αποφασιστικότητα, ΚΑΛΟΥΜΕ TH ΤΕΤΑΡΤΗ, στις 18:00, συγκέντρωση έξω από τη Βουλή!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου